Carradine #6

Η τελευταία φορά που είχαμε βρεθεί από κοντά ήταν στην αρχή, όταν είχαν επιβληθεί τα πρώτα περιοριστικά μέτρα που έκλεισαν τα μαγαζιά και απαγόρευσαν τις συναθροίσεις. Είχαμε βγει βόλτα με τα ποδήλατα στην άδεια πόλη που θύμιζε δεκαπενταύγουστο. Τα μαγαζιά κλειστά και οι πεζοί λίγοι, αλλά όπως και στον δεκαπενταύγουστο οι φτωχές γειτονιές κάτω από την Πατησίων το είχαν καταλάβει λιγότερο, η ταξικότητα είναι μια συνθήκη που ισχύει για τις διακοπές όπως και για την επιδημία. Ο κόσμος εκεί κυκλοφορούσε, όχι κανονικά αλλά κυκλοφορούσε. Ίσως η φτώχεια να είναι η συνήθεια να τη βγάζει κανείς μέρα με τη μέρα και τα ψώνια για μια εβδομάδα να είναι μια άχρηστη συνήθεια, ίσως τα σπίτια των μεταναστών δεν είναι φτιαγμένα για να μένουν μέσα.

Κατεβήκαμε τη σχεδόν άδεια από αυτοκίνητα Αριστοτέλους, συνεχίσαμε στη Σωκράτους και καταλήξαμε στον λόφο του Φιλοπάππου πηδώντας την μπαριέρα στην πολυκατοικία του Ασυρμάτου για να αποφύγουμε την είσοδο που φυλασσόταν. Για κάποιο λόγο ο ουρανός μετά την Αποκάλυψη είναι γκριζος από σύννεφα στάχτης με απόκοσμες κόκκινες ανταύγειες. Μάλλον πρόκειται για ανθρώπινη αλαζονεία. Από τα λίγα που γνωρίζω για την Αποκάλυψη, αυτή μάλλον αφορά τους ανθρώπους. Η υπόλοιπη, μη ανθρώπινη ζωή μάλλον δεν νιώθει την ανάγκη να επιβεβαιώσει το κείμενο ενός καλόγερου από 19 αιώνες πριν. Όσο είχε περιοριστεί η ανθρώπινη δραστηριότητα, τόσο είχε αντικατασταθεί από τη φύση που ανέκαμπτε. Ακούγονταν μόνο τα πουλιά και ο ουρανός ήταν ο πιο καθαρός που είχαμε δει. Δεν υπήρχε ούτε μία γραμμή από αεροπλάνο και μπορούσαμε από το σημείο που καθίσαμε να δούμε ακόμα και τα σπίτια στην Αίγινα.

Λίγα σωστά πράγματα είχα κάνει στη ζωή μου τα τελευταία χρόνια. Ένα από αυτά ήταν ότι άκουσα τη σοφή συμβουλή ενός φίλου: προείδε ότι κωλόχαρτο και μακαρόνια θα μας έδιναν και με το δελτίο και με προέτρεψε να στοκάρω αλκοόλ και καφέ. Έβγαλα το τζιν από την τσάντα μου και ήπιαμε καθισμένοι στα βράχια και στο γρασίδι και η κουβέντα γινόταν πιο ασυνάρτητη και έγειρα πίσω και έφερα με το βλέμμα μου το πρόσωπό της κόντρα στις ακτίνες του ήλιου που άρχισε να γέρνει και έκανα μια κίνηση με το δάχτυλο σαν να τη βγάζω φωτογραφία και τύπωσα αυτή την εικόνα στη μνήμη μου και μάλλον τότε είναι που καταλάβαμε ότι θα μοιραζόμασταν το ιικό μας φορτίο, αν ήδη είχαμε και ότι περισσότερο έτυχε παρά το αποφασίσαμε να είμαστε ο ένας για τον άλλον αυτός που θα μοιραζόμασταν το τέλος του γνωστού κόσμου, αν και αυτό εκείνη την ημέρα δεν ήταν παρά μια ενδιαφέρουσα ακροβασία της σκέψης. Μετά, έγινε πιο αληθινό.