Carradine #2
Χαιρέτησα τον Φίλιππο στο απέναντι μπαλκόνι. Είχε όρεξη για κουβέντα όπως όλοι οι συνταξιούχοι αλλά προσποιήθηκα πως δεν τον άκουσα πίσω από το κλειστό παράθυρο. Συνέχισε να χειρονομεί, τότε άκουσα τον κρότο από το δακρυγόνο, μάλλον στο τσεκ-πόιντ της Καλλιδρομίου. Μερικά πεσίματα στην αρχή έδωσαν στον κόσμο την ικανοποίηση ότι το έδιωξε, στην πραγματικότητα όμως όλοι ήθελαν την απαγόρευση κυκλοφορίας. Μετά έφεραν κάτι καινούριους μπάτσους με μαύρα αλλά ήδη εδώ και δύο βδομάδες και αυτοί είχαν αραιώσει, μάλλον πλήρωναν τη συνήθειά τους να κλείνονται στην κλούβα και να λένε μαλακίες από μια απόσταση υγειονομικά απαράδεκτη. Την τελευταία φορά που ξεμύτισα ήταν ένας μόνος του και η εμφάνισή του έδειχνε ήδη κάποιον ξεπεσμό. Το πουκάμισο έξω από το παντελόνι και ένα κουμπί ανοιχτό στην κοιλιά άφηνε να φανούν οι τρίχες και ο αφαλός του. Δεν ήταν εμφάνιση αυτή, αν ήμουν ανώτερός του θα του έχωνα γκάζια, αλλά δεν ήμουν. Μου έγνεψε απειλητικά, σήκωσε το όπλο του και γύρισα σπίτι μισοκαλυμμένος από τις στοές της Μαυρομιχάλη, όπου υπήρχαν.
Ο κρότος, μετά η πιο υπόκωφη έκρηξη από μολότοφ, ίσως, και εγώ ευχήθηκα να μην έχει βρει κανείς το αυτοκίνητό μου. Ένα μπουκάλι ίσως να έχει 350ml βενζίνη, 5 χιλιόμετρα λιγότερα, αλλά ήμουν σίγουρος ότι όποιος το έβρισκε δεν θα αρκούνταν στα 350ml.
Πρέπει να μάθω να ξυπνάω ακόμα πιο αργά, δεν έχουμε ίντερνετ πριν τις 14.00 και μου αρέσει να μιλάω με την Tura S όταν ξυπνάω.