Carradine #1

Λένε ότι στους δρόμους γυρίζουν συμμορίες νοσούντων, με τα σημάδια της μόλυνσης γραμμένα πάνω τους. Ξύπνησα αργά με μια παράξενη όρεξη για μαρμελάδα. Το βάζο στο ψυγείο μπορούσε να δώσει λίγη ακόμα. Ήταν ίσως παλιό, αλλά ποιος έχει πια πρόσβαση σε καινούρια τρόφιμα. Είμαστε όλοι πιο απερίσκεπτοι, κανείς δεν προσέχει πια τόσο και ας βγαίνουμε στη γειτονιά στα μπαλκόνια για την ομαδική μας γυμναστική. Ήδη στην απέναντι πολυκατοικία όλοι οι κάτω όροφοι κατοικούνται από μισότρελους που χειροκροτούν όλοι μαζί το απόγευμα και τα πρωινά έχουν αποστηθίσει τα λόγια του κινέζικου εθνικού ύμνου και τον τραγουδάνε όλοι μαζί. Μου θυμίζουν τη γυναίκα στη “Λέσχη” που παραμιλούσε “Σεμπαστοπόλ” στο κρεβάτι του νοσοκομείου μόνο που τώρα η ελπίδα βρίσκεται πολύ μακρύτερα στην ανατολή.

Λένε ακόμη ότι κάποιοι, μπροστά στον φόβο του αναπόδραστου τέλους παραδίνονται αχαλίνωτα στο ποτό και σε άλλες, πιο παράξενες ηδονές: ο γείτονάς μου, αυτός, ακούγεται ότι ξόδεψε όλο του το χαρτί υγείας για να ξεσκονίσει ένα παλιό δανέζικο φωτιστικό.

Έχω αποφασίσει ότι αύριο είναι η μέρα. Το αυτοκίνητο έχει αρκετή βενζίνη για 300 χιλιόμετρα. Αμφιβάλλω αν θα φτάσω τόσο μακριά. Ακόμα και αν περάσω τα μπλόκα του Κηφισού, θα έχω μπροστά μου Αρβανίτες οπλαρχηγούς που έχουν πιάσει τα περάσματα και τα δερβένια.